Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, η επιστημονική φαντασία στο σινεμά έζησε μια εκρηκτική αναγέννηση. Ταινίες όπως το Matrix, το Gattaca, οι 12 Πίθηκοι, αλλά και τα Strange Days ή The Fifth Element, αποτύπωσαν τις ανησυχίες της μεταψυχροπολεμικής εποχής: εικονική πραγματικότητα, αποξένωση, τεχνητή νοημοσύνη, κρίση ταυτότητας. Όμως, μια ταινία που κυκλοφόρησε το 1998, πριν από όλες τις μεγάλες «ανακαλύψεις» του Matrix, πήγε τα πράγματα ακόμα παραπέρα — και ωσπεράν κανείς δεν την πρόσεξε.
Διαβάστε επίσης: «Επιστροφή στο Μέλλον»: 40 χρόνια από την πιο «τέλεια» ταινία όλων των εποχών
Ο λόγος για το Dark City του Άλεξ Πρόγιας, ένα σκοτεινό, μεταμοντέρνο νουάρ
επιστημονικής φαντασίας που συνδύασε τη φιλοσοφία του Πλάτωνα με τη γοτθική αισθητική, τον εξπρεσιονισμό και το pulp μυστήριο. Μια ταινία που όχι μόνο προηγήθηκε του Matrix, αλλά σύμφωνα με τον θρυλικό κριτικό Ρότζερ Έμπερτ, έκανε «ένα πιο θαρραλέο άλμα στη φαντασία» απ’ ό,τι το ίδιο το Blade Runner.
Μια πόλη χωρίς ήλιο, ένας άνθρωπος χωρίς μνήμη, και μια πραγματικότητα που αλλάζει μορφή
Το Dark City αφηγείται την ιστορία του Τζον Μέρντοκ (ερμηνευμένος από τον Ρούφους Σούελ), ενός άνδρα που ξυπνά σε ένα παλιό ξενοδοχείο χωρίς καμία ενθύμηση για το ποιος είναι. Γρήγορα ανακαλύπτει ότι καταζητείται για μια σειρά δολοφονιών που δεν θυμάται να έχει διαπράξει, ενώ μια μυστηριώδης κάστα χλωμών αντρών με υπερφυσικές δυνάμεις, γνωστοί ως «Οι Άγνωστοι», τον καταδιώκει.
Μέσα σε μια πόλη που δεν βλέπει ποτέ φως ημέρας, όπου ο χρόνος σταματά τα μεσάνυχτα και οι άνθρωποι αλλάζουν προσωπικότητες και μνήμες, ο Μέρντοκ καταλαβαίνει σταδιακά πως είναι το μοναδικό άτομο που μπορεί να αντισταθεί σε αυτή την ψευδαισθητική πραγματικότητα. Οι Άγνωστοι, εξωγήινα όντα που προσπαθούν να κατανοήσουν την ανθρώπινη ψυχή, πειραματίζονται με τους κατοίκους της πόλης, αλλάζοντας τη ζωή τους κάθε βράδυ — με τη βοήθεια ενός νευρωτικού γιατρού, του Δρ. Σρέμπερ (Κίφερ Σάδερλαντ).
Ο Μέρντοκ, ωστόσο, ξυπνά σε μέσω της διαδικασίας αλλαγής και αναπτύσσει τις ίδιες δυνάμεις με τους Άγνωστους — μια ικανότητα που ονομάζεται Tuning, εμφανώς η χειραγώγηση της πραγματικότητας μέσω της σκέψης. Από εκείνη τη στιγμή ξεκινά μια υπαρξιακή μάχη: να καταλάβει όχι μόνο ποιος είναι, αλλά και τι είναι πραγματικό.
Οπτική γλώσσα και επιρροές: Από τον Καλιγκάρι στο Metropolis και το Matrix
Η αισθητική του Dark City δεν μοιάζει με καμία άλλη ταινία της εποχής. Ο Πρόγιας εμπνέεται από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό, το νουάρ των ’40s, τη γοτθική αρχιτεκτονική, τον Φριτς Λανγκ, αλλά και τα κόμικς του Alan Moore. Οι γωνίες λήψης είναι παραμορφωμένες, οι σκιές κυριαρχούν, οι δρόμοι στρίβουν σε αδιέξοδα που αλλάζουν μορφή κάθε βράδυ. Η πόλη δεν έχει ταυτότητα. Δεν έχει ιστορία. Είναι ένα ψεύτικο κατασκεύασμα μνήμης και ελέγχου.
Η ταινία προηγήθηκε του Matrix κατά έναν χρόνο. Ορισμένα από τα σκηνικά της ταινίας επαναχρησιμοποιήθηκαν από τις αδελφές Γουατσόφσκι στην πρώτη ταινία του Νίο. Οι ομοιότητες δεν είναι λίγες: ο «εκλεκτός», η συνωμοσία μιας τεχνητής πραγματικότητας, η αντιλογία του εαυτού. Όμως το Dark City είναι πολύ πιο σκοτεινό, πολύ πιο φιλόδοξο φιλοσοφικά, και ωσπεράν καθόλου «πιασάρικο» για το κοινό.
Ρότζερ Έμπερτ: «Καλύτερο και πιο τολμηρό από το Blade Runner»
Ο Ρότζερ Έμπερτ, από τους ελάχιστους που διέκριναν την αξία της ταινίας αμέσως, την αποθέωσε. Της έδωσε την ύψιστη βαθμολογία (4 στα 4) και την ενέταξε μέσα στις 10 καλύτερες ταινίες της χρονιάς, χαρακτηρίζοντάς την ως ένα «ψυχεδελικό ταξίδι μέσα στην ανθρώπινη συνείδηση». Αργότερα ναι ηχογράφησε και σχολιασμό για το DVD της ταινίας, κάτι που έκανε σπάνια.
Στην κριτική του σημείωνε:
«Το Dark City προσφέρει κάτι πολύ σπάνιο στο σινεμά της επιστημονικής φαντασίας: μια εμπειρία βαθιάς πρωτοτυπίας. Δεν προσπαθεί να μιμηθεί το μέλλον, αλλά να φανταστεί το άγνωστο. Σε διάσταση με το Blade Runner, που προβλέπει το μέλλον βάσει του παρόντος, το Dark City δημιουργεί έναν κόσμο που δεν υπήρξε ποτέ και δεν θα υπάρξει ποτέ.»
Η παρακαταθήκη: Μια αφοσίωση που ωρίμασε με τον χρόνο
Το Dark City ήταν εμπορικά απογοητευτικό. Με προϋπολογισμό κατά πρόσβαση 27 εκατομμύρια δολάρια, δεν κατάφερε να πιάσει τον στόχο του στο container office. Η παραγωγή ζήτησε να προστεθεί μια διήγηση στην έναρξη της ταινίας, θεωρώντας ότι το κοινό δεν θα καταλάβαινε την πλοκή. Ο Πρόγιας όμως επανήλθε το 2008 με μια Director’s Cut έκδοση, πιο κοντά στο αρχικό του όραμα: χωρίς αφηγηματική εισαγωγή, με διαφορετική μουσική επένδυση και επεξεργασμένες σκηνές.
Χάρη στην cult αποδοχή, στις μελέτες πάνω στο κινηματογραφικό είδος και στην αναφορά του ως έμπνευση από μετέπειτα δημιουργούς, το Dark City έχει αποκτήσει την θέση που του αρμόζει: ένα μυστικό αριστούργημα που δεν γέρασε ποτέ.
Γιατί πρέπει να το δεις σήμερα
Αν σε συναρπάζουν τα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα, οι κινηματογραφικές αισθητικές που δημιουργούν ατμόσφαιρα και οι ιστορίες που δεν σου δίνουν εύκολες απαντήσεις, τότε το Dark City είναι μια εμπειρία που αξίζει όχι μόνο να ανακαλύψεις, αλλά να ξαναδείς με τα μάτια του σήμερα.
Είναι μια από εκείνες τις ταινίες που, 27 χρόνια μετά, δεν φαίνεται να έχει γεράσει ούτε στιγμή. Για την ακρίβεια, μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ.