Τι θα συνέβαινε αν ένα παιδί έκανε κυριολεκτικά κακό σε όποιον το πλησίαζε; Όχι μεταφορικά, όχι συναισθηματικά, αλλά σωματικά. Αν η απλή παρουσία του προκαλούσε στους περίγυρα του έντονη ναυτία, ημικρανίες, τάσεις λιποθυμίας; Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα του Indigo, του αινιγματικού και προκλητικού μυθιστορήματος του Αυστριακού συγγραφέα Κλέμενς Ζετς, το οποίο προτάθηκε για το Γερμανικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 2012.
Στο σύμπαν του Indigo, μια νέα μυστηριώδης ασθένεια πλήττει παιδιά σε όλο τον κόσμο – το επονομαζόμενο «σύνδρομο Indigo». Σύμφωνα με μια μυστικιστική θεωρία, αυτά τα παιδιά διαθέτουν μια αύρα χρώματος indigo, που είναι και η πηγή της επιβλαβούς επιρροής τους. Για την προστασία του κοινωνικού συνόλου, το κράτος τα απομονώνει σε εξειδικευμένα εκπαιδευτικά κέντρα, όπως το Ινστιτούτο Χέλιαναου στη νότια Αυστρία. Εκεί ζουν σε απομόνωση, σε ειδικά καταλύματα, και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους μόνο από απόσταση.
Ο Κλέμενς Ζετς –εδώ όχι μόνο ως συγγραφέας, αλλά και ως ανυπόστατος υπέρθυμος του βιβλίου– είναι ο καθηγητής που διορίζεται στο ίδρυμα. Νέος, ιδεαλιστής και ευαίσθητος, πάσχει από «υπερενσυναίσθηση» – δεν αντέχει τη θέα του πόνου, ιδιαίτερα στα ζώα. Και, το κυριότερο, είναι ο μόνος που αντιμετωπίζει τα παιδιά Indigo όχι ως απειλή, αλλά ως θύματα ενός αόρατου εγκλεισμού.
Η παραμονή του εκεί αποδεικνύεται τραυματική. Βλέπει τις καθημερινές δυσκολίες, τον φόβο και τη ιδίαση των παιδιών, αλλά και τους κοινωνικούς κανόνες που έχουν χτιστεί περίγυρα από την κατάστασή τους. Όταν γίνεται μάρτυρας ενός άτυπου "παιχνιδιού", όπου παιδιά εκφοβίζουν ένα άλλο του οποίου η «αύρα» εξασθενεί, δεν μπορεί να μείνει αμέτοχος. Η παρέμβασή του θα γίνει η έναρξη μιας καταβύθισης στην εμμονή και την απώλεια.

Απολύεται από το ίδρυμα και ξεκινά μόνος του μια ανεξάρτητη έρευνα. Μαζεύει αποκόμματα, μαρτυρίες, φωτογραφίες, συνεντεύξεις, προσπαθώντας να αποκαλύψει την πραγματικότητα για το σύνδρομο Indigo και τη σκοτεινή μοίρα των παιδιών που "μεταφέρονται" χωρίς εξηγήσεις. Οι αναζητήσεις του αποκτούν ψυχωτικό χαρακτήρα και κορυφώνονται όταν κατηγορείται –και τελικά αθωώνεται– για τον βίαιο θάνατο ενός άντρα που κακοποιούσε το σκυλί του.
Η διήγηση διακόπτεται από την ενδεχόμενο ενός άλλου χαρακτήρα: του Ρόμπερτ Τάτσελ, ενός πρώην μαθητή του, που χρόνια αργότερα, και αφού έχει «καθαρίσει» από τα συμπτώματα του συνδρόμου, αρχίζει να ψάχνει κι εκείνος την πραγματικότητα για τον δάσκαλό του. Η δική του οπτική αναδεικνύει κάτι επιπλέον πιο σπαρακτικό: την αδυναμία των παιδιών Indigo να ενταχθούν ξανά στην κοινωνία μετά από χρόνια αναγκαστικής απομόνωσης.
Η στήσιμο του βιβλίου είναι μεταμοντέρνα, διασπαστική, με ενσωματωμένα έγγραφα, φωτογραφίες και καταγραφές. Δεν μας δίνεται εύκολα ούτε η λύση ούτε καν η ερώτηση. Είναι το σύνδρομο Indigo πραγματικό; Ή μήπως είναι μια κοινωνική αλληγορία για τους τρόπους που στιγματίζουμε τους διαφορετικούς; Ο όμοιος ο συγγραφέας αρνείται να απαντήσει. Αφήνει τον αναγνώστη να πλανηθεί.
Αν και γραμμένο πριν από την πανδημία, το Indigo μιλά με εξαιρετικά οικείο τρόπο για την απομόνωση, τις κοινωνικές αποστάσεις, τους φόβους για τη σωματική επαφή, και κυρίως, για την ψυχολογική καταστροφή που επιφέρει η μοναξιά. Είναι μια προφητεία για έναν κόσμο στον οποίο η σωματική εγγύτητα γίνεται επικίνδυνη – και μια κραυγή ενάντια στον κοινωνικό αποκλεισμό.
Ο Κλέμενς Ζετς δεν γράφει ένα εύκολο ή ευχάριστο μυθιστόρημα. Γράφει όμως ένα βιβλίο που σε στοιχειώνει. Ένα έργο που σε κάνει να αναρωτηθείς πόσα Indigo παιδιά –με την ευρύτερη έννοια– έχουμε διώξει ή αγνοήσει στη δική μας κοινωνία.